Περιεχόμενα άρθρου
- 1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
- 2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
- 3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
- 4. ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
- 4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις
- 4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
- 4.3 Αντενδείξεις
- 4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση
- 4.5 Αλληλεπιδράσεις µε άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες μορφές αλληλεπίδρασης
- 4.6 Γονιμότητα, κύηση και γαλουχία
- 4.7 Επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανών
- 4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες
- 4.9 Υπερδοσολογία
- 5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
- 6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
- 7. ΚΑΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
- 8. ΑΡΙΘΜΟΣ(ΟΙ) ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
- 9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΗΣ/ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ
- 10. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
1.ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
Firazyr 30 mg ενέσιμο διάλυμα σε προγεμισμένη σύριγγα
2.ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
Κάθε προγεμισμένη σύριγγα των 3 ml περιέχει οξική ικατιβάντη που ισοδυναμεί με 30 mg ικατιβάντης.
Κάθε ml διαλύματος περιέχει 10 mg ικατιβάντης.
Για τον πλήρη κατάλογο των εκδόχων, βλ. παράγραφο 6.1.
3.ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Ενέσιμο διάλυμα.
Το διάλυμα είναι ένα διαυγές και άχρωμο υγρό.
4.ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
4.1Θεραπευτικές ενδείξεις
Το Firazyr ενδείκνυται για τη συμπτωματική θεραπεία οξέων επεισοδίων κληρονομικού αγγειοοιδήματος σε ενήλικες (με ανεπάρκεια του αναστολέα της
4.2Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
Το Firazyr προορίζεται για χρήση υπό την καθοδήγηση ενός επαγγελματία του τομέα υγειονομικής περίθαλψης.
Δοσολογία
Η συνιστώμενη δόση είναι μια εφάπαξ υποδόρια ένεση Firazyr των 30 mg.
Στην πλειοψηφία των περιπτώσεων μία ένεση Firazyr επαρκεί για την αντιμετώπιση του επεισοδίου. Σε περίπτωση ανεπαρκούς ανακούφισης ή επανεμφάνισης των συμπτωμάτων μπορεί να χορηγηθεί δεύτερη ένεση Firazyr μετά από 6 ώρες. Εάν η δεύτερη ένεση δεν προσφέρει επαρκή ανακούφιση ή παρατηρηθεί επανεμφάνιση των συμπτωμάτων, μπορεί να χορηγηθεί τρίτη ένεση Firazyr 6 ώρες μετά από τη δεύτερη. Δεν πρέπει να χορηγούνται περισσότερες από 3 ενέσεις Firazyr εντός χρονικού διαστήματος 24 ωρών.
Στις κλινικές δοκιμές, ο μέγιστος αριθμός ενέσεων Firazyr που χορηγήθηκαν δεν υπερέβη τις 8 ενέσεις μηνιαίως.
Ειδικοί πληθυσμοί
Ηλικιωμένα άτομα
Οι διαθέσιμες πληροφορίες για ασθενείς ηλικίας άνω των 65 ετών είναι περιορισμένες.
Τα ηλικιωμένα άτομα έχει καταδειχθεί ότι έχουν αυξημένη συστηματική έκθεση στην ικατιβάντη. Η σημασία αυτού του ευρήματος σε σχέση με την ασφάλεια του Firazyr είναι άγνωστη (βλ. παράγραφο
5.2).
Ηπατική δυσλειτουργία
Σε ασθενείς με ηπατική δυσλειτουργία δεν απαιτείται προσαρμογή της δόσης.
Νεφρική δυσλειτουργία
Σε ασθενείς με νεφρική δυσλειτουργία δεν απαιτείται προσαρμογή της δόσης.
Παιδιατρικός πληθυσμός
Η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα του Firazyr σε παιδιά ηλικίας
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα δεδομένα.
Τρόπος χορήγησης
Το Firazyr προορίζεται για υποδόρια χορήγηση κατά προτίμηση στην κοιλιακή περιοχή..
Το Firazyr μπορεί να
Η απόφαση για έναρξη
Κάθε σύριγγα Firazyr προορίζεται για μία χρήση μόνο.
Το ενέσιμο διάλυμα Firazyr θα πρέπει να εγχέεται αργά λόγω του όγκου που πρέπει να χορηγηθεί
(3 ml).
4.3Αντενδείξεις
Υπερευαισθησία στη δραστική ουσία ή σε κάποιο από τα έκδοχα που αναφέρονται στην παράγραφο
6.1.
4.4Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση
Λαρυγγικά επεισόδια
Ασθενείς με λαρυγγικά επεισόδια θα πρέπει να αντιμετωπίζονται σε κατάλληλο νοσηλευτικό ίδρυμα μετά την ένεση μέχρι ο γιατρός να θεωρήσει ότι είναι ασφαλής η έξοδός τους από το νοσοκομείο.
Ισχαιμική καρδιοπάθεια
Σε ισχαιμικές καταστάσεις, θεωρητικά, θα μπορούσε να προκληθεί επιδείνωση της καρδιακής λειτουργίας και μείωση της ροής του αίματος στις στεφανιαίες αρτηρίες από την ανταγωνιστική δράση του υποδοχέα βραδυκινίνης τύπου 2. Κατά συνέπεια, πρέπει να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή κατά τη χορήγηση του Firazyr σε ασθενείς με οξεία ισχαιμική καρδιοπάθεια ή με ασταθή στηθάγχη (βλ. παράγραφο 5.3).
Αγγειακό Εγκεφαλικό επεισόδιο
Παρά το γεγονός ότι υπάρχουν αποδείξεις που υποστηρίζουν την ευεργετική επίδραση της αναστολής του υποδοχέα Β2 μετά από ένα αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο, υπάρχει θεωρητικά πιθανότητα η ικατιβάντη να εξασθενήσει τη θετική τελική φάση των νευροπροστατευτικών επιδράσεων της βραδυκινίνης. Κατά συνέπεια, πρέπει να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή κατά τη χορήγηση ικατιβάντης σε ασθενείς στις εβδομάδες που έπονται ενός αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου.
Για ασθενείς οι οποίοι δεν έχουν λάβει ποτέ στο παρελθόν το Firazyr, η πρώτη θεραπεία θα πρέπει να δοθεί σε νοσηλευτικό ίδρυμα ή υπό την καθοδήγηση γιατρού.
Σε περίπτωση ανεπαρκούς ανακούφισης ή υποτροπής των συμπτωμάτων μετά από
Οι ασθενείς που παρουσιάζουν λαρυγγικό επεισόδιο θα πρέπει πάντα να αναζητούν ιατρική συμβουλή και να παρακολουθούνται σε ιατρικό ίδρυμα ακόμα κι αφότου έχουν λάβει την ένεση στο σπίτι τους.
4.5Αλληλεπιδράσεις µε άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες μορφές αλληλεπίδρασης
Δεν αναμένονται φαρμακοκινητικές αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα που αφορούν το CYP450 (βλ. παράγραφο 5.2).
Η συγχορήγηση του Firazyr με αναστολείς του μετατρεπτικού ενζύμου της αγγειοτασίνης (ΜΕΑ) δεν έχει μελετηθεί. Η χορήγηση αναστολέων ΜΕΑ αντενδείκνυται σε ασθενείς με κληρονομικό αγγειοοίδημα λόγω της πιθανής ενίσχυσης των επιπέδων βραδυκινίνης.
4.6Γονιμότητα, κύηση και γαλουχία
Εγκυμοσύνη Δεν διατίθενται κλινικά δεδομένα σχετικά με έκθεση κατά την εγκυμοσύνη στην ικατιβάντη. Μελέτες
σε ζώα κατέδειξαν επιπτώσεις στην εμφύτευση στη μήτρα και στον τοκετό (βλ. παράγραφο 5.3), αλλά ο ενδεχόμενος κίνδυνος για τον άνθρωπο είναι άγνωστος.
Το Firazyr μπορεί να χρησιμοποιηθεί κατά την εγκυμοσύνη, μόνο εάν το δυνητικό όφελος δικαιολογεί τον δυνητικό κίνδυνο για το έμβρυο (π.χ. για τη θεραπεία ενδεχομένως απειλητικών για τη ζωή λαρυγγικών επεισοδίων).
Θηλασμός Η ικατιβάντη απεκκρίνεται στο μητρικό γάλα αρουραίων σε συγκεντρώσεις παρόμοιες με αυτές στο
μητρικό αίμα. Δεν παρατηρήθηκαν επιδράσεις στη μεταγεννητική ανάπτυξη των νεογνών των αρουραίων.
Δεν είναι γνωστό εάν η ικατιβάντη απεκκρίνεται στο ανθρώπινο μητρικό γάλα αλλά συνιστάται οι γυναίκες που θηλάζουν και επιθυμούν να λάβουν Firazyr να διακόψουν τον θηλασμό για χρονικό διάστημα 12 ωρών μετά από τη χορήγηση της θεραπείας.
Γονιμότητα Τόσο σε αρουραίους όσο και σε σκύλους, η επαναλαμβανόμενη χρήση ικατιβάντης κατέληξε σε
επιδράσεις στα αναπαραγωγικά όργανα. Η ικατιβάντη δεν είχε επίδραση στη γονιμότητα σε αρσενικούς ποντικούς και αρουραίους (βλ. ενότητα 5.3). Σε μια μελέτη 39 υγιών ενηλίκων ανδρών και γυναικών που λάμβαναν 30mg κάθε 6 ώρες για 3 δόσεις κάθε 3 ημέρες για συνολικά 9 δόσεις, δεν υπήρχαν κλινικά σημαντικές αλλαγές από τη βασική γραμμή στη βασική και στη διεγειρόμενη από την GnRH συγκέντρωση των αναπαραγωγικών ορμονών είτε στις γυναίκες είτε στους άνδρες. Δεν υπήρχαν σημαντικές επιδράσεις της ικατιβάντης στη συγκέντρωση της προγεστερόνης της ωχρινικής φάσης και στην ωχρινική λειτουργία, ή στη διάρκεια του εμμηνορροϊκού κύκλου στις γυναίκες και δεν υπήρχαν σημαντικές επιδράσεις της ικατιβάντης στον αριθμό, στην κινητικότητα και στη μορφολογία των σπερματοζωαρίων στους άνδρες. Το δοσολογικό σχήμα που χρησιμοποιήθηκε για την παρούσα μελέτη είναι απίθανο να διατηρηθεί στο κλινικό περιβάλλον.
4.7Επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανών
Το Firazyr έχει μικρή επίδραση στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανών. Μετά τη χρήση του Firazyr, έχουν αναφερθεί συμπτώματα όπως κόπωση, λήθαργος, καταπόνηση, υπνηλία και ζάλη. Τα συμπτώματα αυτά ενδέχεται να εμφανιστούν ως αποτέλεσμα ενός επεισοδίου κληρονομικού αγγειοοιδήματος. Συνιστάται οι ασθενείς να μην οδηγούν και να μην χειρίζονται μηχανές εάν νιώθουν κούραση ή ζάλη.
4.8Ανεπιθύμητες ενέργειες
Περίληψη του προφίλ ασφαλείας
Σε κλινικές μελέτες που χρησιμοποιήθηκαν για καταχώριση, συνολικά 999 επεισόδια κληρονομικού αγγειοοιδήματος αντιμετωπίστηκαν με 30 mg Firazyr χορηγούμενου υποδορίως από επαγγελματία
του τομέα υγειονομικής περίθαλψης. Το Firazyr 30 mg για υποδόρια χορήγηση χορηγήθηκε από επαγγελματία του τομέα υγειονομικής περίθαλψης σε 129 υγιή άτομα και σε 236 ασθενείς με κληρονομικό αγγειοοίδημα.
Σχεδόν όλα τα άτομα που υποβλήθηκαν σε θεραπεία με υποδόρια χορήγηση ικατιβάντης στις κλινικές δοκιμές παρουσίασαν αντιδράσεις της θέσης ένεσης (χαρακτηρίζονται από ερεθισμό του δέρματος, διόγκωση, άλγος, κνησμός, ερύθημα, αίσθημα καύσου). Οι αντιδράσεις αυτές ήταν γενικά ήπιας έως μέτριας έντασης, παροδικές και επιλύθηκαν χωρίς περαιτέρω παρέμβαση.
Κατάλογος ανεπιθύμητων ενεργειών σε μορφή πίνακα
Η συχνότητα των ανεπιθύμητων ενεργειών που αναφέρονται στον πίνακα 1 ορίζεται βάσει της ακόλουθης συνθήκης:
Πολύ συχνές (≥1/10), συχνές (≥1/100 έως <1/10), όχι συχνές (≥1/1.000 έως <1/100), σπάνιες (≥1/10.000 έως <1/1.000), πολύ σπάνιες (<1/10.000).
Πίνακας 1: Ανεπιθύμητες ενέργειες που αναφέρθηκαν με την ικατιβάντη
Kατηγορία/οργανικό σύστημα | Προτιμώμενος όρος |
(κατηγορία συχνότητας εμφάνισης) |
|
|
|
Διαταραχές του νευρικού συστήματος |
|
(Συχνές , ≥1/100 έως <1/10) | Ζάλη |
| Κεφαλαλγία |
|
|
Διαταραχές του γαστρεντερικού |
|
(Συχνές , ≥1/100 <1/10) | Ναυτία |
|
|
Διαταραχές του δέρματος και του υποδόριου |
|
ιστού |
|
(Συχνές , ≥1/100 έως <1/10) | Εξάνθημα |
| Ερύθημα |
| Κνησμός |
|
|
Γενικές διαταραχές και καταστάσεις της οδού |
|
χορήγησης |
|
(Πολύ συχνές, ≥1/10) | Αντιδράσεις στη θέση ένεσης* |
(Συχνές , ≥1/100 έως <1/10) | Πυρεξία |
|
|
Παρακλινικές εξετάσεις |
|
(Συχνές , ≥1/100 έως <1/10) | Αυξημένες τρανσαμινάσες |
| |
* Μωλωπισμός στη θέση ένεσης, αιμάτωμα στη θέση ένεσης, αίσθημα καύσου στη θέση ένεσης, ερύθημα | |
στη θέση ένεσης, υποαισθησία στη θέση ένεσης, ερεθισμός στη θέση ένεσης, αιμωδία στη θέση ένεσης, | |
οίδημα στη θέση ένεσης, πόνος στη θέση ένεσης, αίσθημα πίεσης στη θέση ένεσης, κνησμός στη θέση | |
ένεσης, διόγκωση στη θέση ένεσης, κνίδωση στη θέση ένεσης, ζέστη στη θέση ένεσης. | |
| |
Περιγραφή των επιλεγμένων ανεπιθύμητων ενεργειών |
Ανοσογονικότητα:
Σε επαναλαμβανόμενη θεραπεία στις ελεγχόμενες δοκιμές φάσης ΙΙΙ, παρατηρήθηκε σε σπάνιες περιπτώσεις παροδική θετικότητα σε αντισώματα

Αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών Η αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών μετά από τη χορήγηση άδειας κυκλοφορίας
του φαρμακευτικού προϊόντος είναι σημαντική. Επιτρέπει τη συνεχή παρακολούθηση της σχέσης
4.9Υπερδοσολογία
Δεν υπάρχουν κλινικές πληροφορίες σχετικά με την υπερδοσολογία.
Η ενδοφλέβια χορήγηση δόσης 3,2 mg/kg (περίπου 8 φορές μεγαλύτερη από τη θεραπευτική δόση) σε υγιή άτομα προκάλεσε παροδικό ερύθημα, κνησμό ή υπόταση. Δεν απαιτήθηκε καμία θεραπευτική παρέμβαση.
5.ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
5.1Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: άλλοι αιματολογικοί παράγοντες, φάρμακα που χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία του κληρονομικού αγγειοοιδήματος, κωδικός ATC: B06AC02.
Μηχανισμός δράσης Το κληρονομικό αγγειοοίδημα (αυτοσωματική κυρίαρχη νόσος) προκαλείται από την απουσία ή
δυσλειτουργία του αναστολέα της
Το κληρονομικό αγγειοοίδημα εκδηλώνεται με διαλείποντα επεισόδια υποδόριου και/ή υποβλεννογόνιου οιδήματος το οποίο εμφανίζεται στην ανώτερη αναπνευστική οδό, στο δέρμα και στο γαστρεντερικό σωλήνα. Ένα επεισόδιο διαρκεί συνήθως 2 έως 5 ημέρες.
Η ικατιβάντη είναι εκλεκτικός ανταγωνιστής του υποδοχέα βραδυκινίνης τύπου 2 (Β2). Πρόκειται για ένα συνθετικό δεκαπεπτίδιο του οποίου η δομή είναι παρόμοια με αυτήν της βραδυκινίνης, αλλά με 5 μη πρωτεϊνογενή αμινοξέα. Οι αυξημένες συγκεντρώσεις βραδυκινίνης που χαρακτηρίζουν το κληρονομικό αγγειοοίδημα αποτελούν τον βασικό παράγοντα για την ανάπτυξη των κλινικών συμπτωμάτων.
Φαρμακοδυναμικές επιδράσεις
Σε νεαρά υγιή άτομα, η ικατιβάντη χορηγούμενη σε δόσεις των 0,8 mg/kg για χρονικό διάστημα 4 ωρών, 1,5 mg/kg/ημέρα ή 0,15 mg/kg/ημέρα για 3 ημέρες, είχε ως αποτέλεσμα την πρόληψη
εμφάνισης υπότασης, αγγειοδιαστολής και αντανακλαστικής ταχυκαρδίας που προκαλούνται από τη βραδυκινίνη. Η ικατιβάντη καταδείχθηκε ότι είναι ανταγωνιστής ακόμα και όταν η δόση βραδυκινίνης είναι τετραπλάσια.
Κλινική αποτελεσματικότητα και ασφάλεια Τα δεδομένα αποτελεσματικότητας προήλθαν από μια αρχική ανοιχτή μελέτη Φάσης ΙΙ και από τρεις ελεγχόμενες μελέτες Φάσης ΙΙΙ.
Οι κλινικές μελέτες φάσης ΙΙΙ

ανοιχτή μελέτη επέκτασης. Οι ασθενείς που εμφάνισαν συμπτώματα λαρυγγικού αγγειοοιδήματος έλαβαν θεραπεία με ικατιβάντη στο πλαίσιο ανοιχτής μελέτης. Στις δοκιμές Φάσης ΙΙΙ, το πρωτεύον τελικό σημείο αποτελεσματικότητας ήταν ο χρόνος επέλευσης της ανακούφισης των συμπτωμάτων με τη χρήση οπτικής αναλογικής κλίμακας (VAS). Ο Πίνακας 2 δείχνει τα αποτελέσματα αποτελεσματικότητας για αυτές τις μελέτες.
Η
Σε αυτές τις μελέτες, οι ασθενείς που έλαβαν ικατιβάντη είχαν ταχύτερο μέσο χρόνο επέλευσης ανακούφισης των συμπτωμάτων (2,0, 2,5 και 2,0 ώρες αντίστοιχα) σε σύγκριση με το τρανεξαμικό οξύ (12 ώρες) και με το εικονικό φάρμακο (4,6 και 19,8 ώρες). Η θεραπευτική επίδραση της ικατιβάντης επιβεβαιώθηκε από τα δευτερεύοντα τελικά σημεία αποτελεσματικότητας.
Σε μια ολοκληρωμένη ανάλυση αυτών των ελεγχόμενων μελετών φάσης ΙΙΙ, ο χρόνος για την επέλευση της ανακούφισης του συμπτώματος και ο χρόνος για την επέλευση της ανακούφισης του πρωταρχικού συμπτώματος ήταν παρόμοιοι ανεξάρτητα από την ηλικιακή ομάδα, το φύλο, τη φυλή, το σωματικό βάρος ή εάν ο ασθενής χρησιμοποιούσε ή όχι ανδρογόνα ή αντιινωδολυτικούς παράγοντες.
Η ανταπόκριση ήταν επίσης συνεπής σε επαναλαμβανόμενα επεισόδια στις ελεγχόμενες δοκιμές φάσης ΙΙΙ. Συνολικά 237 ασθενείς έλαβαν 1.386 δόσεις ικατιβάντης των 30 mg για 1.278 επεισόδια οξέος κληρονομικού αγγειοοιδήματος. Στα πρώτα 15 επεισόδια που αντιμετωπίστηκαν με λήψη Firazyr (1.114 δόσεις για 1.030 επεισόδια), οι διάμεσοι χρόνοι για την επέλευση της ανακούφισης των συμπτωμάτων ήταν παρόμοιοι στα επεισόδια (2,0 έως 2,5 ώρες). Το 92,4% αυτών των επεισοδίων οξέος κληρονομικού αγγειοοιδήματος αντιμετωπίστηκε με μια δόση Firazyr.
Πίνακας 2. Αποτελέσματα αποτελεσματικότητας για
Ελεγχόμενη κλινική μελέτη του FIRAZYR έναντι τρανεξαμικού οξέος ή εικονικού φαρμάκου: Αποτελεσματικότητα
|
|
| ||||
| Ικατιβάντη | Τρανεξαμικό |
|
| Ικατιβάντη | Εικονικό |
|
| οξύ |
|
|
| φάρμακο |
Άτομα προς θεραπεία |
| Άτομα προς θεραπεία | ||||
Oπτική αναλογική |
|
|
| Oπτική αναλογική |
|
|
κλίμακα αναφοράς | 63,7 | 61,5 |
| κλίμακα αναφοράς | 69,3 | 67,7 |
(mm) |
|
|
| (mm) |
|
|
Μεταβολή από την |
|
|
| Μεταβολή από την |
|
|
αρχική κατάσταση σε |
| αρχική κατάσταση σε | ||||
4 ώρες |
|
|
| 4 ώρες |
|
|
Διαφορά μεταξύ |
|
|
| Διαφορά μεταξύ |
|
|
θεραπειών (διάστημα |
| θεραπειών (διάστημα | ||||
εμπιστοσύνης 95%, | p < 0,001 |
| εμπιστοσύνης 95%, | p = 0,002 | ||
τιμή p) |
|
|
| τιμή p) |
|
|
Μεταβολή από την |
|
|
| Μεταβολή από την |
|
|
αρχική κατάσταση σε |
| αρχική κατάσταση σε | ||||
12 ώρες |
|
|
| 12 ώρες |
|
|
|
|
|
|
|
|

Ελεγχόμενη κλινική μελέτη του FIRAZYR έναντι τρανεξαμικού οξέος ή εικονικού φαρμάκου: Αποτελεσματικότητα
|
| |||||
| Ικατιβάντη | Τρανεξαμικό |
| Ικατιβάντη | Εικονικό | |
|
| οξύ |
|
| φάρμακο | |
Διαφορά μεταξύ |
|
| Διαφορά μεταξύ |
|
| |
θεραπειών (διάστημα | θεραπειών (διάστημα | |||||
εμπιστοσύνης 95%, | p < 0,001 | εμπιστοσύνης 95%, | p = 0,028 | |||
τιμή p) |
|
| τιμή p) |
|
| |
Μέσος χρόνος για την |
|
| Μέσος χρόνος για την |
|
| |
επέλευση της |
|
| επέλευση της |
|
| |
ανακούφισης των |
|
| ανακούφισης των |
|
| |
συμπτωμάτων (ώρες) |
|
| συμπτωμάτων (ώρες) |
|
| |
Όλα τα επεισόδια | 2,0 | 12,0 | Όλα τα επεισόδια | 2,5 | 4,6 | |
(N = 74) | (N = 56) | |||||
|
|
|
| |||
Ποσοστό απόκρισης |
|
| Ποσοστό απόκρισης |
|
| |
(διάστημα |
|
| (διάστημα |
|
| |
εμπιστοσύνης, %) |
|
| εμπιστοσύνης, %) |
|
| |
4 ώρες μετά την |
|
| 4 ώρες μετά την |
|
| |
έναρξη της θεραπείας |
|
| έναρξη της θεραπείας |
|
| |
Όλα τα επεισόδια | 80,0 | 30,6 | Όλα τα επεισόδια | 66,7 | 46,4 | |
(N = 74) | (63,1, 91,6) | (16,3, 48,1) | (N = 56) | (46,0, 83,5) | (27,5, 66,1) | |
Μέσος χρόνος για την |
|
| Μέσος χρόνος για την |
|
| |
επέλευση της |
|
| επέλευση της |
|
| |
ανακούφισης των |
|
| ανακούφισης των |
|
| |
συμπτωμάτων: όλα τα |
|
| συμπτωμάτων: όλα τα |
|
| |
συμπτώματα (ώρες): |
|
| συμπτώματα (ώρες): |
|
| |
Κοιλιακό άλγος | 1,6 | 3,5 | Κοιλιακό άλγος | 2,0 | 3,3 | |
Δερματικό οίδημα | 2,6 | 18,1 | Δερματικό οίδημα | 3,1 | 10,2 | |
Δερματικό άλγος | 1,5 | 12,0 | Δερματικό άλγος | 1,6 | 9,0 | |
Μέσος χρόνος για την |
|
| Μέσος χρόνος για την |
|
| |
σχεδόν πλήρη |
|
| σχεδόν πλήρη |
|
| |
ανακούφιση των |
|
| ανακούφιση των |
|
| |
συμπτωμάτων (ώρες) |
|
| συμπτωμάτων (ώρες) |
|
| |
Όλα τα επεισόδια | 10,0 | 51,0 | Όλα τα επεισόδια | 8,5 | 19,4 | |
(N = 74) | (N = 56) | |||||
|
|
|
| |||
Μέσος χρόνος για την |
|
| Μέσος χρόνος για την |
|
| |
ύφεση των |
|
| ύφεση των |
|
| |
συμπτωμάτων |
|
| συμπτωμάτων |
|
| |
αξιολογούμενη από τον |
|
| αξιολογούμενη από |
|
| |
ασθενή (ώρες) |
|
| τον ασθενή (ώρες) |
|
| |
Όλα τα επεισόδια | 0,8 | 7,9 | Όλα τα επεισόδια | 0,8 | 16,9 | |
(N = 74) | (N = 56) | |||||
|
|
|
| |||
Μέσος χρόνος για τη |
|
| Μέσος χρόνος για τη |
|
| |
συνολική βελτίωση του |
|
| συνολική βελτίωση |
|
| |
ασθενούς, |
|
| του ασθενούς, |
|
| |
αξιολογούμενη από τον |
|
| αξιολογούμενη από |
|
| |
ιατρό (ώρες) |
|
| τον ιατρό (ώρες) |
|
| |
Όλα τα επεισόδια | 1,5 | 6,9 | Όλα τα επεισόδια | 1,0 | 5,7 | |
(N = 74) | (N = 56) | |||||
|
|
|
|

Πίνακας 3. Αποτελέσματα αποτελεσματικότητας για FAST 3
Αποτελέσματα αποτελεσματικότητας:
Τελικό σημείο | Στατιστικό | Firazyr | Εικονικό | τιμή p |
|
|
| φάρμακο |
|
|
|
|
|
|
|
| (n = 43) | (n=45) |
|
|
|
|
|
|
Πρωτεύον τελικό σημείο |
|
|
|
|
Χρόνος για την επέλευση της | Διάμεση | 2,0 | 19,8 | <0,001 |
ανακούφισης των συμπτωμάτων |
|
|
|
|
– σύνθετη VAS (ώρες) |
|
|
|
|
|
|
|
|
|
Άλλα τελικά σημεία |
|
|
|
|
Χρόνος για την επέλευση της | Διάμεση | 1,5 | 18,5 | < 0,001 |
ανακούφισης του πρωταρχικού |
|
|
|
|
συμπτώματος (ώρες) |
|
|
|
|
|
|
|
|
|
Μεταβολή στη σύνθετη | Μέση | < 0,001 | ||
βαθμολογία VAS σε 2 ώρες |
|
|
|
|
μετά τη θεραπεία |
|
|
|
|
|
|
|
|
|
Μεταβολή στη σύνθετη | Μέση | < 0,001 | ||
βαθμολογία συμπτωμάτων που |
|
|
|
|
αξιολογείται από το υποκείμενο |
|
|
|
|
σε 2 ώρες |
|
|
|
|
|
|
|
|
|
Μεταβολή στη σύνθετη | Μέση | < 0,001 | ||
βαθμολογία συμπτωμάτων που |
|
|
|
|
αξιολογείται από τον ερευνητή |
|
|
|
|
σε 2 ώρες |
|
|
|
|
|
|
|
|
|
Χρόνος για την σχεδόν πλήρη | Διάμεση | 8,0 | 36,0 | 0,012 |
ανακούφιση των συμπτωμάτων |
|
|
|
|
(ώρες) |
|
|
|
|
|
|
|
|
|
Χρόνος για την αρχική | Διάμεση | 0,8 | 3,5 | < 0,001 |
βελτίωση των συμπτωμάτων |
|
|
|
|
που αξιολογούνται από το |
|
|
|
|
υποκείμενο (ώρες) |
|
|
|
|
|
|
|
|
|
Χρόνος για την αρχική, οπτική | Διάμεση | 0,8 | 3,4 | < 0,001 |
βελτίωση των συμπτωμάτων |
|
|
|
|
που αξιολογούνται από τον |
|
|
|
|
ερευνητή (ώρες) |
|
|
|
|
|
|
|
|
|
Συνολικά, 66 ασθενείς με επεισόδια κληρονομικού αγγειοοιδήματος στον λάρυγγα αντιμετωπίστηκαν σε αυτές τις ελεγχόμενες κλινικές δοκιμές φάσης ΙΙΙ. Τα αποτελέσματα ήταν παρόμοια με αυτά που παρατηρήθηκαν σε ασθενείς με μη λαρυγγικά επεισόδια κληρονομικού αγγειοοιδήματος, όσον αφορά το χρόνο για την επέλευση της ανακούφισης των συμπτωμάτων.
5.2Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Οι φαρμακοκινητικές ιδιότητες της ικατιβάντης έχουν προσδιορισθεί εκτενώς σε μελέτες τόσο ενδοφλέβιας όσο και υποδόριας χορήγησης σε υγιείς εθελοντές και ασθενείς. Το φαρμακοκινητικό προφίλ της ικατιβάντης σε ασθενείς με κληρονομικό αγγειοοίδημα είναι παρόμοιο με αυτό υγιών εθελοντών.
Απορρόφηση
Μετά από την υποδόρια χορήγηση, η απόλυτη βιοδιαθεσιμότητα της ικατιβάντης είναι 97%. Ο χρόνος για την επίτευξη μέγιστης συγκέντρωσης είναι περίπου 30 λεπτά.
Κατανομή
Ο όγκος κατανομής (Vss) της ικατιβάντης είναι περίπου
Αποβολή
Η ικατιβάντη αποβάλλεται κυρίως μεταβολιζόμενη, ενώ λιγότερο από το 10% της δόσης απεκκρίνεται αναλλοίωτο μέσω των ούρων. Η κάθαρση είναι περίπου
Βιομετασχηματισμός
Η ικατιβάντη μεταβολίζεται εκτενώς από πρωτεολυτικά ένζυμα σε ανενεργούς μεταβολίτες που απεκκρίνονται κυρίως με τα ούρα.
Μελέτες in vitro έχουν επιβεβαιώσει ότι η ικατιβάντη δεν αποδομείται μέσω οξειδωτικών μεταβολικών διεργασιών, και δεν αποτελεί αναστολέα των κυρίων ισοενζύμων (CYP 1A2, 2A6, 2B6, 2C8, 2C9, 2C19, 2D6, 2E1, και 3A4) του κυτοχρώματος P450 (CYP) και δεν αποτελεί επαγωγέα του CYP 1A2 και 3A4.
Ειδικοί πληθυσμοί
Τα δεδομένα υποδεικνύουν μείωση της κάθαρσης σχετιζόμενης με την ηλικία, η οποία έχει ως αποτέλεσμα ποσοστό έκθεσης
Περιορισμένα δεδομένα υποδεικνύουν ότι η έκθεση στην ικατιβάντη δεν επηρεάζεται από την ηπατική ή τη νεφρική δυσλειτουργία. Η επίδραση της φυλής στις φαρμακοκινητικές ιδιότητες της ικατιβάντης δεν έχει αξιολογηθεί. Δεν υπάρχουν φαρμακοκινητικά δεδομένα για παιδιά.
5.3Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Έχουν διενεργηθεί μελέτες επαναλαμβανόμενων δόσεων διάρκειας έως και 6 μηνών σε αρουραίους και 9 μηνών σε σκύλους. Τόσο σε αρουραίους όσο και σε σκύλους, υπήρχε δοσοεξαρτώμενη μείωση στα επίπεδα των γεννητικών ορμονών που κυκλοφορούν και η επανειλημμένη χρήση ικατιβάντης προκάλεσε αναστρέψιμη καθυστέρηση της σεξουαλικής ωρίμανσης.
Οι μέγιστες ημερήσιες εκθέσεις που καθορίζονται από το εμβαδόν κάτω από την καμπύλη (AUC) στα επίπεδα χωρίς παρατηρούμενες ανεπιθύμητες ενέργειες (NOAEL) στη μελέτη διάρκειας 9 μηνών ήταν 2,3 φορές μεγαλύτερη από την AUC σε ανθρώπους μετά από υποδόρια δόση των 30 mg. Δεν υπήρξε μετρήσιμο NOAEL στη μελέτη σε αρουραίους, ωστόσο, όλα τα ευρήματα από αυτή τη μελέτη έδειξαν είτε πλήρως είτε μερικώς αναστρέψιμες επιδράσεις σε αρουραίους που έλαβαν θεραπεία. Υπερτροφία των επινεφριδίων παρατηρήθηκε σε όλες τις δόσεις που ελέγχθηκαν σε αρουραίους. Η υπερτροφία των επινεφριδίων φάνηκε ότι αναστράφηκε μετά από διακοπή της θεραπείας με ικατιβάντη. Η κλινική σχέση των ευρημάτων στα επινεφρίδια είναι άγνωστη.
Η ικατιβάντη δεν είχε καμία επίδραση στη γονιμότητα σε αρσενικούς ποντικούς (μέγιστη δόση 80,8 mg/kg/ημέρα) και σε αρουραίους (μέγιστη δόση 10 mg/kg/ημέρα).
Σε μελέτη διάρκειας 2 ετών για την αξιολόγηση της ενδεχόμενης καρκινογόνου δράσης της ικατιβάντης σε αρουραίους, ημερήσιες δόσεις που οδηγούν σε επίπεδα έκθεσης έως και 2 φορές μεγαλύτερα από τα επίπεδα που επιτυγχάνονται κατόπιν μιας θεραπευτικής δόσης σε ανθρώπους δεν είχαν καμία επίδραση στην εμφάνιση ή τη μορφολογία των όγκων. Τα αποτελέσματα δεν δείχνουν ενδεχόμενη καρκινογόνο δράση της ικατιβάντης.
Σε μια πρότυπη συστοιχία in vitro και in vivo δοκιμών καταδείχθηκε ότι η ικατιβάντη δεν ήταν γονοτοξική.
Η ικατιβάντη δεν ήταν τερατογόνος όταν χορηγήθηκε με υποδόρια ένεση κατά τη διάρκεια της πρώιμης εμβρυονικής και νεογνικής ανάπτυξης σε αρουραίους (μέγιστη δόση 25 mg/kg/ημέρα) και σε κουνέλια (μέγιστη δόση 10 mg/kg/ημέρα). Η ικατιβάντη είναι ένας ισχυρός ανταγωνιστής της βραδυκινίνης και, ως εκ τούτου, η θεραπεία με υψηλά επίπεδα δόσης μπορεί να έχει επίδραση στα πρώτα στάδια της εγκυμοσύνης στη διαδικασία εμφύτευσης στη μήτρα και στην επακόλουθη σταθερότητα της μήτρας. Οι εν λόγω επιδράσεις στη μήτρα εκδηλώνονται επίσης και στα τελευταία στάδια της εγκυμοσύνης όπου η ικατιβάντη καταδεικνύει τοκολυτική επίδραση, με αποτέλεσμα την καθυστέρηση του τοκετού σε αρουραίους και την αύξηση της δυσχέρειας του εμβρύου και τον περιγεννητικό θάνατο σε περιπτώσεις χορήγησης υψηλών δόσεων (10 mg/kg/ημέρα).
Σε μια μελέτη τοξικότητας στη νεαρή ηλικία στην οποία σεξουαλικώς ανώριμοι αρουραίοι λάμβαναν ημερησίως 3 mg/kg για 7 εβδομάδες, παρατηρήθηκε ατροφία των όρχεων και των επιδιδυμίδων. Παρόμοιες επιδράσεις της ικατιβάντης στον αναπαραγωγικό ιστό παρατηρήθηκαν σε σεξουαλικώς ώριμους αρουραίους και σκύλους. Αυτά τα ευρήματα των ιστών ήταν συνεπή με τις αναφερόμενες επιδράσεις στις γοναδοτροπίνες και κατά τη διάρκεια του επακόλουθου διαστήματος χωρίς θεραπεία φάνηκε ότι είναι αναστρέψιμα.
Η ικατιβάντη δεν επιφέρει καμία αλλαγή στην καρδιακή αγωγιμότητα in vitro (δίαυλοι hERG) ή in vivo σε υγιείς σκύλους ή σε διάφορα μοντέλα σκύλων (κοιλιακός ρυθμός, φυσική άσκηση και στεφανιαία απολίνωση), όπου δεν παρατηρήθηκε καμία σχετική αιμοδυναμική αλλαγή. Σε αρκετά μη κλινικά μοντέλα έχει καταδειχθεί ότι η ικατιβάντη επιδεινώνει την επαγωγική καρδιακή ισχαιμία, παρά το γεγονός ότι δεν καταδείχθηκε σταθερή επιβλαβής επίδρασή της στην οξεία ισχαιμία.
6.ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
6.1Κατάλογος εκδόχων
Χλωριούχο νάτριο
Οξικό οξύ, παγόμορφο (για τη ρύθμιση του pH) Υδροξείδιο του νατρίου (για τη ρύθμιση του pH) Ύδωρ για ενέσιμα
6.2Ασυμβατότητες
Δεν εφαρμόζεται.
6.3Διάρκεια ζωής
18 μήνες.
6.4Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά την φύλαξη του προϊόντος
Μη φυλάσσετε σε θερμοκρασία μεγαλύτερη των 25○C.
Μην καταψύχετε.
6.5Φύση και συστατικά του περιέκτη
3 ml διαλύματος σε προγεμισμένη σύριγγα των 3 ml (γυαλί τύπου Ι) με πώμα (βρωµοβουτύλιο επενδεδυμένο με πολυμερές φθοριοάνθρακα). Υποδερμική βελόνη (25 G, 16 mm) περιλαμβάνεται στη συσκευασία.
Συσκευασία μίας προγεμισμένης σύριγγας με μία βελόνη ή πολυσυσκευασία που περιέχει τρεις προγεμισμένες σύριγγες με τρεις βελόνες.
Μπορεί να μη κυκλοφορούν όλες οι συσκευασίες.
6.6Ιδιαίτερες προφυλάξεις απόρριψης
Το διάλυμα πρέπει να είναι διαυγές και άχρωμο, χωρίς ορατά σωματίδια. Για μία χρήση μόνο.
Κάθε προϊόν που δεν έχει χρησιμοποιηθεί ή υπόλειµµα πρέπει να απορριφθεί σύμφωνα με τις κατά τόπους ισχύουσες σχετικές διατάξεις.
7.ΚΑΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
Shire Orphan Therapies GmbH Friedrichstrasse 149
D- 10117 Berlin
Γερμανία
8.ΑΡΙΘΜΟΣ(ΟΙ) ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
EU/1/08/461/001
EU/1/08/461/002
9.ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΗΣ/ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ
Ημερομηνία πρώτης έγκρισης: 11 Ιουλίου 2008 Ημερομηνία τελευταίας ανανέωσης: 13 Μαρτίου 2013
10.ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
Λεπτομερή πληροφοριακά στοιχεία για το προϊόν είναι διαθέσιμα στην ιστοσελίδα του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων http://www.ema.europa.eu
Σχόλια